Ομιλία του Προέδρου του ΣΥΝ, Αλέξη Τσίπρα, σε εκδήλωση συνδιοργανωμένη από το Espaces Marx και τον ΣΥΡΙΖΑ με θέμα: «Η κοινωνική και πολιτική επικαιρότητα στην Ελλάδα μετά το ξέσπασμα οργής των νέων τον Δεκέμβρη του 2008»
Καλησπέρα φίλες και φίλοι, καλησπέρα αγαπητοί σύντροφοι, σας ευχαριστούμε πολύ για την παρουσία σας εδώ αλλά και για την ευκαιρία που μας δίνετε να είμαστε εδώ μαζί σας προκειμένου να συζητήσουμε για τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στην Ελλάδα.
Αγαπητοί φίλοι, πρέπει να σας ομολογήσω ότι ερχόμενος στο Παρίσι νοιώθω σαν να επέστρεψα στο 2009. Άφησα πίσω μία Ελλάδα που με ιλιγγιώδη ταχύτητα επιστρέφει σε μακρινές δεκαετίες. Η κυβέρνηση Καραμανλή, με πρόσχημα την εγκληματικότητα, ετοιμάζεται να λάβει μέτρα για τη «διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης». Για παράδειγμα με την ποινικοποίηση της κουκούλας και την επαναφορά του νόμου περί περιύβρισης αρχής.
Αυτό μας θυμίζει την Ελλάδα του μακρινού 1929 που μάθαμε στα βιβλία της ιστορίας. Δηλαδή, μια περίοδο κατά την οποία διεξάγετο μια αντίστοιχη συζήτηση για την ψήφιση ειδικού νόμου για την ποινικοποίηση «ανατρεπτικών ιδεών» και την καταστολή συνδικαλιστικών κινητοποιήσεων. Προφανής στόχος, η δράση των εργατικών συνδικάτων και του κομμουνιστικού κόμματος. Η ακροδεξιά μένει ασφαλώς στο απυρόβλητο. Και τότε και τώρα, επειδή η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα, θα σας αναφέρω πως στο μακρινό 1929 όταν, από όσους αντέδρασαν έγινε πρόταση με τον νόμο αυτό να διώκονται οι φασίστες και οι ακροδεξιοί, η κυβέρνηση τότε το απέρριψε.
Η μικρή αυτή αναδρομή στην πολυτάραχη πολιτική ιστορία της Ελλάδας γίνεται για να υπογραμμίσω ότι η συνεργασία της δεξιάς με την ακροδεξιά στην Ελλάδα είναι μια παλιά ιστορία. Σήμερα η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση, επί της ουσίας, νομοθετεί με τη στήριξη της ακροδεξιάς. Ακόμα και συντηρητικές προσωπικότητες του χώρου της Δικαιοσύνης (δικηγόροι, δικαστές, εισαγγελείς) κάνουν λόγο για αντιδημοκρατικές ενέργειες που περιορίζουν την ελευθερία του τύπου και της έκφρασης.
Είναι φανερό πως υπάρχει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα μία επιχείρηση ενεργοποίησης συντηρητικών αντανακλαστικών, ένα σχέδιο δημιουργίας κλίματος τρομοκρατίας. Σε αυτήν την επιχείρηση συμμετέχουν όλοι οι ιδεολογικοί και κατασταλτικοί μηχανισμοί. Η εξουσία σε περιόδους οικονομικής κρίσης και μεγάλων κοινωνικών αναταραχών αυτό ακριβώς το σχέδιο βάζει σε εφαρμογή.
Είναι γνωστό πως αυτοί που αγνοούν την ιστορία, γίνονται πολύ σύντομα θύματά της. Το ίδιο ισχύει στην οικονομία, το ίδιο ισχύει στην πολιτική. Η Ελλάδα σήμερα δεν περιμένει απλά το τσουνάμι της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης, που έχει πλέον εξελιχθεί σε συστημική. Βιώνει ακόμα τα απόνερα της μεγάλης κοινωνικής έκρηξης του Δεκεμβρίου του 2008, που αμφισβήτησε το γερασμένο και διεφθαρμένο μεταπολιτευτικό σύστημα της χώρας.
Το μοντέλο της νεοφιλελεύθερης μορφής του σύγχρονου καπιταλισμού, που στηρίζεται στην απελευθέρωση των αγορών από κάθε εξωτερική ρύθμιση και κοινωνικό έλεγχο, στην αναζήτηση της φθηνότερης εργατικής δύναμης, στον προσανατολισμό της παραγωγής σε προϊόντα που αποσκοπούν στην ταχύτερη δυνατή ανανέωση της κατανάλωσης, στην ιδιωτικοποίηση κάθε δημόσιου αγαθού, στην Ελλάδα θα μπορούσαμε να πούμε πως εφαρμόστηκε δέκα φορές παραπάνω από ότι στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ας θυμηθούμε εδώ πως τα τελευταία 25 χρόνια, χρόνια στα οποία μας έγινε πλύση εγκεφάλου για τις αγορές που αυτορυθμίζονται, για την κρατική παρέμβαση που βάζει τρικλοποδιές στην ανάπτυξη, για την επιχειρηματικότητα, κυβερνούσε και νομοθετούσε η σοσιαλδημοκρατία.
Κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ νομοθέτησαν για την ανασφάλιστη εργασία, τη μερική απασχόληση, πέρασαν τις εργασιακές σχέσεις στη δικαιοδοσία της επισφάλειας και μετέτρεψαν σε εμπορεύσιμες όλες τις ανάγκες και τα δικαιώματα των ανθρώπων στη στέγαση, στην υγεία, την εκπαίδευση, την κοινωνική ασφάλιση.
Και φτάσαμε στο σημείο να βρισκόμαστε μπροστά σε μορφές εργασιακού μεσαίωνα, σε μορφές σύγχρονου δουλεμπορίου για εργαζόμενους που ενοικιάζονται από εταιρείες προκειμένου να καλύπτουν πάγιες ανάγκες, όπως π.χ. ο καθαρισμός δημόσιων νοσοκομείων και κτιρίων. Και όταν αυτοί διεκδικούν τα στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα απειλούνται ενίοτε και με την ίδια τους τη ζωή, όπως συνέβη το περασμένο ταραγμένο Δεκέμβρη στη χώρα μου με τη συγκλονιστική υπόθεση της Κωνσταντίνας Κούνεβα.
Μιας μετανάστριας, εργάτριας στο χώρο του καθαρισμού, που δέχθηκε δολοφονική επίθεση με βιτριόλι, έχασε το ένα της μάτι και τη λειτουργία ζωτικών της οργάνων κι όλα αυτά γιατί ενοχλούσε τη μαφία της εργοδοσίας η συνδικαλιστική της δραστηριότητα.
Αν θέλει κανείς σήμερα στην Ελλάδα να περιγράψει την πολιτική και οικονομική κατάσταση θα πει δύο λέξεις. Παιδικό δωμάτιο. Είναι το δωμάτιο ενός αποξενωμένου από το μελλοντικό του εισόδημα νοικοκυριού, εισόδημα υποθηκευμένο από τις τράπεζες, στο οποίο ζει η συντριπτική πλειοψηφία των νέων ανθρώπων έως 30 και 35 χρονών.
Μίας νέας γενιάς που είναι απολύτως σίγουρο πως θα ζήσει χειρότερα από την προηγούμενη. Γιατί η κρίση σήμερα έρχεται μετά από 20 χρόνια συνεχούς υποβάθμισης της ζωής των εργαζομένων.
Από το παιδικό τους δωμάτιο οι νέοι της Ελλάδας βλέπουν τους γονείς τους να κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς σύνταξη, κοινωνικές κατακτήσεις αιώνων να αμφισβητούνται, τα πτυχία τους κρεμασμένα στον τοίχο καθώς δουλεύουν για 700 ευρώ. Από αυτό το δωμάτιο και την τηλεόρασή τους, βλέπουν χρόνια τώρα την ιδεολογική νομιμοποίηση ενός άδικου συστήματος, τη διαφθορά, την κοινωνική βία, την μεγάλη μπίζνα της Ολυμπιάδας, τη βίαιη εκχώρηση ολόκληρης της δημόσιας σφαίρας στο ασύδοτο ιδιωτικό κεφάλαιο.
Βλέπουν να ανταλλάσσονται δάση με οικόπεδα για να χτίζονται μεζονέτες και εμπορικά κέντρα που μεγενθύνουν τα κέρδη των τραπεζιτών και των εργολάβων που στη χώρα μας έχουν στην ιδιοκτησία τους τα ΜΜΕ. Βλέπουν να καταστρέφεται όλος ο φυτικός και ζωικός πλούτος της χώρας. Βλέπουν τα κόμματα εξουσίας να διαπλέκονται με την Εκκλησία, με τα οικονομικά συμφέροντα, με τις πολυεθνικές εταιρείες, όπως η Siemens, που χρηματοδοτούν αδρά τα κομματικά ταμεία προκειμένου να παίρνουν κρατικές προμήθειες.
Και έρχεται λοιπόν, μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ένα αποτρόπαιο έγκλημα, ένα περιστατικό που συγκλονίζει την ελληνική κοινωνία, να ξεχειλίσει το ποτήρι της οργής και της αγανάκτησης.
Ένας 16χρονος μαθητής που διασκεδάζει με τους συμμαθητές του την ημέρα της ονομαστικής γιορτής ενός εξ’ αυτών, στην εναλλακτική περιοχή των Εξαρχείων, στην Αθήνα, δολοφονείται εν ψυχρώ από ράμπο αστυνομικό, σε μια επίδειξη αστυνομικής αυθαιρεσίας.
Είχαν προηγηθεί οι πολύμηνες συγκρούσεις της αστυνομίας με τους έλληνες φοιτητές κατά τη διάρκεια των φοιτητικών κινητοποιήσεων για τη Συνταγματική κατοχύρωση του Δημόσιου πανεπιστημίου και η απαξιωτική αναφορά του πρωθυπουργού στο προεκλογικό debate σε ταραξίες που πρέπει να παταχθούν. Καθώς και οι τονωτικές ενέσεις στο ηθικό των αστυνομικών από υπουργούς της κυβέρνησης ότι αποτελούν τους πραίτορες του καθεστώτος.
Την επόμενη μέρα της δολοφονίας ένα αυθόρμητο κύμα αντίδρασης ξεσπάει σε όλη τη χώρα με πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά. Η προσπάθεια της κυβέρνησης να κουκουλώσει τη δολοφονία, μεταδίδοντας από τα μέσα ενημέρωσης ότι υπήρξε συμπλοκή και εποστρακισμός της σφαίρας, ρίχνει λάδι στη φωτιά και εξοργίζει περισσότερο. Σχεδόν σε όλες τις πόλεις της χώρας οι μαθητές κλείνουν τα σχολεία και κατευθύνονται στα αστυνομικά τμήματα πετώντας πέτρες και αναποδογυρίζοντας περιπολικά.
Τα επεισόδια συνεχίζονται για μέρες μαζί όμως και οι μαζικές πορείες διαμαρτυρίας.
Η κυβέρνηση βρίσκεται σε απόγνωση. Ο πρωθυπουργός δέχεται εισηγήσεις να κατεβάσει στους δρόμους τον στρατό. Ζητά από τα συνδικάτα να σταματήσουν τις συγκεντρώσεις, τα οποία όμως αγνοούν την έκκλησή του.
Και τότε μπαίνει σε εφαρμογή ένα πιο αποτελεσματικό επικοινωνιακό σχέδιο που ήταν το εξής:
Πρώτον : Διευκολύνουμε επιχειρησιακά όσο μπορούμε τις περιθωριακές ομάδες βίας να κάψουν και να καταστρέψουν στο κέντρο της Αθήνας και μεταφέρουμε το επίκεντρο του ενδιαφέροντος των ΜΜΕ από τους μαθητές και τα αστυνομικά τμήματα στις εκτεταμένες καταστροφές και στις σπασμένες βιτρίνες στο κέντρο της πρωτεύουσας.
Δεύτερον: Απαιτούμε από όλες τις πολιτικές δυνάμεις να καταδικάσουν σθεναρά τα γεγονότα, να μην διανοηθούν να αναγνωρίσουν πολιτικά ή εξεγερσιακά χαρακτηριστικά στα γεγονότα, απομονώνοντας και εν τέλει οδηγώντας σε εκφυλισμό τις πρωτοφανούς μαζικότητας κινητοποιήσεις των μαθητών.
Το σχέδιο φαίνεται αποτελεσματικότερο από τη σκέψη για κινητοποίηση του στρατού. Πολύ γρήγορα τα συντηρητικά αντανακλαστικά της κοινωνίας ενεργοποιούνται. Ο πρωθυπουργός καλεί τους πολιτικούς αρχηγούς στο πρωθυπουργικό μέγαρο και τους ζητά τη συναίνεσή τους για να αποκαταστήσει την τάξη. Η μόνη δύναμη που αρνείται να ενταχθεί στο τόξο της συναίνεσης είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει να προσπαθεί να αναγνώσει το φαινόμενο. Δεν υιοθετεί τη βία, επιμένει όμως να αναγνωρίζει χαρακτηριστικά κοινωνικής εξέγερσης στην αντίδραση της νέας γενιάς και καταθέτει θετικές προτάσεις για τη διέξοδο από τη κρίση, όπως ριζική αναμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος, κατάργηση των αντεργατικών νόμων που αφορούν την εργασία των νέων, εκδημοκρατισμό της αστυνομίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ γίνεται το κόκκινο πανί για τα ΜΜΕ και το συντηρητικό τόξο. Μας ζητούν επιμόνως να καταδικάσουμε τη βία. Στη πραγματικότητα μας ζητούν να καταδικάσουμε σε απομόνωση και εκφυλισμό το κίνημα της νεολαίας.
Θλιβερή εικόνα η Γενική Γραμματέας του ΚΚΕ που βγαίνοντας από το πρωθυπουργικό μέγαρο κάνει δηλώσεις και επιτίθεται με σφοδρότητα στον ΣΥΡΙΖΑ, αφήνοντας να εννοηθεί ότι υποκινεί και ευθύνεται για τη δράση των ομάδων βίας. Η κυβέρνηση βρίσκει έναν απρόσμενο σύμμαχο.
Η ηγεσία του ΚΚΕ μπροστά στην απουσία ερμηνευτικών εργαλείων ανάλυσης σύνθετων κοινωνικών φαινόμενων αλλά και στον φόβο της αδυναμίας ελέγχου ενός αυθόρμητου νεολαιίστικου ξεσπάσματος, οδηγήθηκε σε μια ευκαιριακή εκλογικίστικη επιλογή επίθεσης δίχως αρχές στον ΣΥΡΙΖΑ.
Από την πλευρά μας, παρά το αναπόφευκτο πολιτικό κόστος που υποστήκαμε, είμαστε περήφανοι για τη στάση που κρατήσαμε τον Δεκέμβρη. Παρά το όργιο συκοφάντησης και ιδεολογικής τρομοκρατίας από όλο το πολιτικό σύστημα, δεν κάναμε βήμα πίσω.
Γνωρίζαμε πολύ καλά το πολιτικό κόστος. Προτιμήσαμε, όμως, να ερμηνεύσουμε τις αιτίες, να δώσουμε έμφαση στην κοινωνική εξαθλίωση και στη βία που υφίσταται η νέα γενιά. Να επιχειρηματολογήσουμε για τους λόγους που έχουν οι νέοι να εξεγείρονται στο βαθμό που βιώνουν την κοινωνική υποβάθμιση και την απουσία προοπτικής, είτε ως άνεργοι πολυπτυχιούχοι, είτε ως εργαζόμενοι στη μερική και επισφαλή εργασία.
Προτιμήσαμε αντί να εισπράξουμε συγχαρητήρια για τη στάση μας από τον πρωθυπουργό και τους συστημικούς δημοσιογράφους, όπως έκαναν με το ΚΚΕ, να σφυρηλατήσουμε μια σταθερή σχέση εμπιστοσύνης με τη νέα γενιά και μια αυθεντική ριζοσπαστική ταυτότητα, μιας πολιτικής δύναμης που δεν μασάει τα λόγια της μπροστά στον φόβο του πολιτικού κόστους.
Αγαπητοί φίλοι, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ο ελληνικός Δεκέμβρης ήταν κάτι περισσότερο από μια στιγμή, μια φωτογραφία της ελληνικής πολιτικής συγκυρίας.
Η άποψή μας είναι ότι ο ελληνικός Δεκέμβρης δεν ήταν μια εικόνα της στιγμής αλλά μια εικόνα από το μέλλον, που δεν αφορά μονάχα την Ελλάδα αλλά ολόκληρη την Ευρώπη. Ο ελληνικός Δεκέμβρης ήταν το προανάκρουσμα όσων θα ακολουθήσουν σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Δεν είναι τυχαίο ότι στη Σύνοδο Κορυφής του Δεκέμβρη, ο Έλληνας πρωθυπουργός τράβηξε για πρώτη φορά την προσοχή των ευρωπαίων ηγετών στις Βρυξέλλες. Όλοι έσπευσαν να τον περιστοιχίσουν και να τον ρωτήσουν τι ακριβώς συμβαίνει στην Ελλάδα. Και είχαν απόλυτο δίκιο να το κάνουν αυτό. Κι είχαν δίκιο γιατί καλά γνώριζαν ότι η εικόνα που έβλεπαν στην Ελλάδα δεν ήταν ούτε τοπική, αλλά κυρίως ούτε παροδική. Ήταν μια εικόνα από το δικό τους μέλλον!
Γνωρίζετε ότι δέκα μέρες μετά την δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, μια ομάδα ακτιβιστών, φοιτητών και μαθητών μπήκε στο χώρο της Ακρόπολης και ξεδίπλωσε δύο πανό στον Ιερό Βράχο με την λέξη «αντίσταση» γραμμένη σε αυτό σε όλες τις γλώσσες της Ευρώπης στέλνοντας το μήνυμα σε όλους τους νέους και νέες, αλλά και σε όσους και όσες σθεναρά υπερασπίζονται τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές.
Ο αγώνας της νεολαίας στην Ελλάδα τον Δεκέμβρη, εκ των πραγμάτων ακούμπησε τις καρδιές του λαού και της νεολαίας σε όλες τις γωνιές της Ευρώπης. Κι αυτό γιατί οι νέοι άνθρωποι σήμερα βιώνουν τη σκληρότερη όψη του νεοφιλελευθερισμού που τους καταδικάζει σε μισή δουλειά, μισή ασφάλιση, μισή ζωή.
Ο Δεκέμβρης της Ελλάδας προκάλεσε μεγάλες εκδηλώσεις αλληλεγγύης σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Και μπορεί να μην πέτυχε κάποια χειροπιαστή νίκη στη χώρα μου, πέτυχε όμως μια πολύ μεγάλη νίκη στη δική σας χώρα. Γιατί μπροστά στον αντίκτυπο της νεανικής εξέγερσης στην Ελλάδα, η κυβέρνηση Σαρκοζί αναγκάστηκε να πάρει πίσω τις μεταρρυθμίσεις που προωθούσε στο γαλλικό εκπαιδευτικό σύστημα.
Αυτό δεν μπορεί να έγινε μόνο επειδή κάπου μακριά σπάσανε τζάμια και βιτρίνες. Και είναι μεγάλη υποκρισία να ισχυρίζονται σήμερα οι κυβερνήσεις της Ευρώπης ότι αυτό που τους ανησυχεί είναι τα φαινόμενα βίας.
Αυτό που πραγματικά τους ανησυχεί είναι η πιθανότητα ο κόσμος να αρχίσει να βγαίνει στον δρόμο και να διεκδικεί. Και αυτός ο γενικευμένος φόβος της ελίτ της Ευρώπης μετά τον ελληνικό Δεκέμβρη, είναι για μας η πιο μεγάλη καταξίωση για όσα, με τις μικρές μας δυνάμεις και με τη στάση μας, με πίστη πάντα στις ιδέες μας και στις αξίες μας, καταφέραμε να συνεισφέρουμε.
Σας ευχαριστώ
Παρίσι, 23/3/2009
Καλησπέρα φίλες και φίλοι, καλησπέρα αγαπητοί σύντροφοι, σας ευχαριστούμε πολύ για την παρουσία σας εδώ αλλά και για την ευκαιρία που μας δίνετε να είμαστε εδώ μαζί σας προκειμένου να συζητήσουμε για τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στην Ελλάδα.
Αγαπητοί φίλοι, πρέπει να σας ομολογήσω ότι ερχόμενος στο Παρίσι νοιώθω σαν να επέστρεψα στο 2009. Άφησα πίσω μία Ελλάδα που με ιλιγγιώδη ταχύτητα επιστρέφει σε μακρινές δεκαετίες. Η κυβέρνηση Καραμανλή, με πρόσχημα την εγκληματικότητα, ετοιμάζεται να λάβει μέτρα για τη «διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης». Για παράδειγμα με την ποινικοποίηση της κουκούλας και την επαναφορά του νόμου περί περιύβρισης αρχής.
Αυτό μας θυμίζει την Ελλάδα του μακρινού 1929 που μάθαμε στα βιβλία της ιστορίας. Δηλαδή, μια περίοδο κατά την οποία διεξάγετο μια αντίστοιχη συζήτηση για την ψήφιση ειδικού νόμου για την ποινικοποίηση «ανατρεπτικών ιδεών» και την καταστολή συνδικαλιστικών κινητοποιήσεων. Προφανής στόχος, η δράση των εργατικών συνδικάτων και του κομμουνιστικού κόμματος. Η ακροδεξιά μένει ασφαλώς στο απυρόβλητο. Και τότε και τώρα, επειδή η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα, θα σας αναφέρω πως στο μακρινό 1929 όταν, από όσους αντέδρασαν έγινε πρόταση με τον νόμο αυτό να διώκονται οι φασίστες και οι ακροδεξιοί, η κυβέρνηση τότε το απέρριψε.
Η μικρή αυτή αναδρομή στην πολυτάραχη πολιτική ιστορία της Ελλάδας γίνεται για να υπογραμμίσω ότι η συνεργασία της δεξιάς με την ακροδεξιά στην Ελλάδα είναι μια παλιά ιστορία. Σήμερα η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση, επί της ουσίας, νομοθετεί με τη στήριξη της ακροδεξιάς. Ακόμα και συντηρητικές προσωπικότητες του χώρου της Δικαιοσύνης (δικηγόροι, δικαστές, εισαγγελείς) κάνουν λόγο για αντιδημοκρατικές ενέργειες που περιορίζουν την ελευθερία του τύπου και της έκφρασης.
Είναι φανερό πως υπάρχει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα μία επιχείρηση ενεργοποίησης συντηρητικών αντανακλαστικών, ένα σχέδιο δημιουργίας κλίματος τρομοκρατίας. Σε αυτήν την επιχείρηση συμμετέχουν όλοι οι ιδεολογικοί και κατασταλτικοί μηχανισμοί. Η εξουσία σε περιόδους οικονομικής κρίσης και μεγάλων κοινωνικών αναταραχών αυτό ακριβώς το σχέδιο βάζει σε εφαρμογή.
Είναι γνωστό πως αυτοί που αγνοούν την ιστορία, γίνονται πολύ σύντομα θύματά της. Το ίδιο ισχύει στην οικονομία, το ίδιο ισχύει στην πολιτική. Η Ελλάδα σήμερα δεν περιμένει απλά το τσουνάμι της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης, που έχει πλέον εξελιχθεί σε συστημική. Βιώνει ακόμα τα απόνερα της μεγάλης κοινωνικής έκρηξης του Δεκεμβρίου του 2008, που αμφισβήτησε το γερασμένο και διεφθαρμένο μεταπολιτευτικό σύστημα της χώρας.
Το μοντέλο της νεοφιλελεύθερης μορφής του σύγχρονου καπιταλισμού, που στηρίζεται στην απελευθέρωση των αγορών από κάθε εξωτερική ρύθμιση και κοινωνικό έλεγχο, στην αναζήτηση της φθηνότερης εργατικής δύναμης, στον προσανατολισμό της παραγωγής σε προϊόντα που αποσκοπούν στην ταχύτερη δυνατή ανανέωση της κατανάλωσης, στην ιδιωτικοποίηση κάθε δημόσιου αγαθού, στην Ελλάδα θα μπορούσαμε να πούμε πως εφαρμόστηκε δέκα φορές παραπάνω από ότι στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ας θυμηθούμε εδώ πως τα τελευταία 25 χρόνια, χρόνια στα οποία μας έγινε πλύση εγκεφάλου για τις αγορές που αυτορυθμίζονται, για την κρατική παρέμβαση που βάζει τρικλοποδιές στην ανάπτυξη, για την επιχειρηματικότητα, κυβερνούσε και νομοθετούσε η σοσιαλδημοκρατία.
Κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ νομοθέτησαν για την ανασφάλιστη εργασία, τη μερική απασχόληση, πέρασαν τις εργασιακές σχέσεις στη δικαιοδοσία της επισφάλειας και μετέτρεψαν σε εμπορεύσιμες όλες τις ανάγκες και τα δικαιώματα των ανθρώπων στη στέγαση, στην υγεία, την εκπαίδευση, την κοινωνική ασφάλιση.
Και φτάσαμε στο σημείο να βρισκόμαστε μπροστά σε μορφές εργασιακού μεσαίωνα, σε μορφές σύγχρονου δουλεμπορίου για εργαζόμενους που ενοικιάζονται από εταιρείες προκειμένου να καλύπτουν πάγιες ανάγκες, όπως π.χ. ο καθαρισμός δημόσιων νοσοκομείων και κτιρίων. Και όταν αυτοί διεκδικούν τα στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα απειλούνται ενίοτε και με την ίδια τους τη ζωή, όπως συνέβη το περασμένο ταραγμένο Δεκέμβρη στη χώρα μου με τη συγκλονιστική υπόθεση της Κωνσταντίνας Κούνεβα.
Μιας μετανάστριας, εργάτριας στο χώρο του καθαρισμού, που δέχθηκε δολοφονική επίθεση με βιτριόλι, έχασε το ένα της μάτι και τη λειτουργία ζωτικών της οργάνων κι όλα αυτά γιατί ενοχλούσε τη μαφία της εργοδοσίας η συνδικαλιστική της δραστηριότητα.
Αν θέλει κανείς σήμερα στην Ελλάδα να περιγράψει την πολιτική και οικονομική κατάσταση θα πει δύο λέξεις. Παιδικό δωμάτιο. Είναι το δωμάτιο ενός αποξενωμένου από το μελλοντικό του εισόδημα νοικοκυριού, εισόδημα υποθηκευμένο από τις τράπεζες, στο οποίο ζει η συντριπτική πλειοψηφία των νέων ανθρώπων έως 30 και 35 χρονών.
Μίας νέας γενιάς που είναι απολύτως σίγουρο πως θα ζήσει χειρότερα από την προηγούμενη. Γιατί η κρίση σήμερα έρχεται μετά από 20 χρόνια συνεχούς υποβάθμισης της ζωής των εργαζομένων.
Από το παιδικό τους δωμάτιο οι νέοι της Ελλάδας βλέπουν τους γονείς τους να κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς σύνταξη, κοινωνικές κατακτήσεις αιώνων να αμφισβητούνται, τα πτυχία τους κρεμασμένα στον τοίχο καθώς δουλεύουν για 700 ευρώ. Από αυτό το δωμάτιο και την τηλεόρασή τους, βλέπουν χρόνια τώρα την ιδεολογική νομιμοποίηση ενός άδικου συστήματος, τη διαφθορά, την κοινωνική βία, την μεγάλη μπίζνα της Ολυμπιάδας, τη βίαιη εκχώρηση ολόκληρης της δημόσιας σφαίρας στο ασύδοτο ιδιωτικό κεφάλαιο.
Βλέπουν να ανταλλάσσονται δάση με οικόπεδα για να χτίζονται μεζονέτες και εμπορικά κέντρα που μεγενθύνουν τα κέρδη των τραπεζιτών και των εργολάβων που στη χώρα μας έχουν στην ιδιοκτησία τους τα ΜΜΕ. Βλέπουν να καταστρέφεται όλος ο φυτικός και ζωικός πλούτος της χώρας. Βλέπουν τα κόμματα εξουσίας να διαπλέκονται με την Εκκλησία, με τα οικονομικά συμφέροντα, με τις πολυεθνικές εταιρείες, όπως η Siemens, που χρηματοδοτούν αδρά τα κομματικά ταμεία προκειμένου να παίρνουν κρατικές προμήθειες.
Και έρχεται λοιπόν, μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ένα αποτρόπαιο έγκλημα, ένα περιστατικό που συγκλονίζει την ελληνική κοινωνία, να ξεχειλίσει το ποτήρι της οργής και της αγανάκτησης.
Ένας 16χρονος μαθητής που διασκεδάζει με τους συμμαθητές του την ημέρα της ονομαστικής γιορτής ενός εξ’ αυτών, στην εναλλακτική περιοχή των Εξαρχείων, στην Αθήνα, δολοφονείται εν ψυχρώ από ράμπο αστυνομικό, σε μια επίδειξη αστυνομικής αυθαιρεσίας.
Είχαν προηγηθεί οι πολύμηνες συγκρούσεις της αστυνομίας με τους έλληνες φοιτητές κατά τη διάρκεια των φοιτητικών κινητοποιήσεων για τη Συνταγματική κατοχύρωση του Δημόσιου πανεπιστημίου και η απαξιωτική αναφορά του πρωθυπουργού στο προεκλογικό debate σε ταραξίες που πρέπει να παταχθούν. Καθώς και οι τονωτικές ενέσεις στο ηθικό των αστυνομικών από υπουργούς της κυβέρνησης ότι αποτελούν τους πραίτορες του καθεστώτος.
Την επόμενη μέρα της δολοφονίας ένα αυθόρμητο κύμα αντίδρασης ξεσπάει σε όλη τη χώρα με πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά. Η προσπάθεια της κυβέρνησης να κουκουλώσει τη δολοφονία, μεταδίδοντας από τα μέσα ενημέρωσης ότι υπήρξε συμπλοκή και εποστρακισμός της σφαίρας, ρίχνει λάδι στη φωτιά και εξοργίζει περισσότερο. Σχεδόν σε όλες τις πόλεις της χώρας οι μαθητές κλείνουν τα σχολεία και κατευθύνονται στα αστυνομικά τμήματα πετώντας πέτρες και αναποδογυρίζοντας περιπολικά.
Τα επεισόδια συνεχίζονται για μέρες μαζί όμως και οι μαζικές πορείες διαμαρτυρίας.
Η κυβέρνηση βρίσκεται σε απόγνωση. Ο πρωθυπουργός δέχεται εισηγήσεις να κατεβάσει στους δρόμους τον στρατό. Ζητά από τα συνδικάτα να σταματήσουν τις συγκεντρώσεις, τα οποία όμως αγνοούν την έκκλησή του.
Και τότε μπαίνει σε εφαρμογή ένα πιο αποτελεσματικό επικοινωνιακό σχέδιο που ήταν το εξής:
Πρώτον : Διευκολύνουμε επιχειρησιακά όσο μπορούμε τις περιθωριακές ομάδες βίας να κάψουν και να καταστρέψουν στο κέντρο της Αθήνας και μεταφέρουμε το επίκεντρο του ενδιαφέροντος των ΜΜΕ από τους μαθητές και τα αστυνομικά τμήματα στις εκτεταμένες καταστροφές και στις σπασμένες βιτρίνες στο κέντρο της πρωτεύουσας.
Δεύτερον: Απαιτούμε από όλες τις πολιτικές δυνάμεις να καταδικάσουν σθεναρά τα γεγονότα, να μην διανοηθούν να αναγνωρίσουν πολιτικά ή εξεγερσιακά χαρακτηριστικά στα γεγονότα, απομονώνοντας και εν τέλει οδηγώντας σε εκφυλισμό τις πρωτοφανούς μαζικότητας κινητοποιήσεις των μαθητών.
Το σχέδιο φαίνεται αποτελεσματικότερο από τη σκέψη για κινητοποίηση του στρατού. Πολύ γρήγορα τα συντηρητικά αντανακλαστικά της κοινωνίας ενεργοποιούνται. Ο πρωθυπουργός καλεί τους πολιτικούς αρχηγούς στο πρωθυπουργικό μέγαρο και τους ζητά τη συναίνεσή τους για να αποκαταστήσει την τάξη. Η μόνη δύναμη που αρνείται να ενταχθεί στο τόξο της συναίνεσης είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει να προσπαθεί να αναγνώσει το φαινόμενο. Δεν υιοθετεί τη βία, επιμένει όμως να αναγνωρίζει χαρακτηριστικά κοινωνικής εξέγερσης στην αντίδραση της νέας γενιάς και καταθέτει θετικές προτάσεις για τη διέξοδο από τη κρίση, όπως ριζική αναμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος, κατάργηση των αντεργατικών νόμων που αφορούν την εργασία των νέων, εκδημοκρατισμό της αστυνομίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ γίνεται το κόκκινο πανί για τα ΜΜΕ και το συντηρητικό τόξο. Μας ζητούν επιμόνως να καταδικάσουμε τη βία. Στη πραγματικότητα μας ζητούν να καταδικάσουμε σε απομόνωση και εκφυλισμό το κίνημα της νεολαίας.
Θλιβερή εικόνα η Γενική Γραμματέας του ΚΚΕ που βγαίνοντας από το πρωθυπουργικό μέγαρο κάνει δηλώσεις και επιτίθεται με σφοδρότητα στον ΣΥΡΙΖΑ, αφήνοντας να εννοηθεί ότι υποκινεί και ευθύνεται για τη δράση των ομάδων βίας. Η κυβέρνηση βρίσκει έναν απρόσμενο σύμμαχο.
Η ηγεσία του ΚΚΕ μπροστά στην απουσία ερμηνευτικών εργαλείων ανάλυσης σύνθετων κοινωνικών φαινόμενων αλλά και στον φόβο της αδυναμίας ελέγχου ενός αυθόρμητου νεολαιίστικου ξεσπάσματος, οδηγήθηκε σε μια ευκαιριακή εκλογικίστικη επιλογή επίθεσης δίχως αρχές στον ΣΥΡΙΖΑ.
Από την πλευρά μας, παρά το αναπόφευκτο πολιτικό κόστος που υποστήκαμε, είμαστε περήφανοι για τη στάση που κρατήσαμε τον Δεκέμβρη. Παρά το όργιο συκοφάντησης και ιδεολογικής τρομοκρατίας από όλο το πολιτικό σύστημα, δεν κάναμε βήμα πίσω.
Γνωρίζαμε πολύ καλά το πολιτικό κόστος. Προτιμήσαμε, όμως, να ερμηνεύσουμε τις αιτίες, να δώσουμε έμφαση στην κοινωνική εξαθλίωση και στη βία που υφίσταται η νέα γενιά. Να επιχειρηματολογήσουμε για τους λόγους που έχουν οι νέοι να εξεγείρονται στο βαθμό που βιώνουν την κοινωνική υποβάθμιση και την απουσία προοπτικής, είτε ως άνεργοι πολυπτυχιούχοι, είτε ως εργαζόμενοι στη μερική και επισφαλή εργασία.
Προτιμήσαμε αντί να εισπράξουμε συγχαρητήρια για τη στάση μας από τον πρωθυπουργό και τους συστημικούς δημοσιογράφους, όπως έκαναν με το ΚΚΕ, να σφυρηλατήσουμε μια σταθερή σχέση εμπιστοσύνης με τη νέα γενιά και μια αυθεντική ριζοσπαστική ταυτότητα, μιας πολιτικής δύναμης που δεν μασάει τα λόγια της μπροστά στον φόβο του πολιτικού κόστους.
Αγαπητοί φίλοι, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ο ελληνικός Δεκέμβρης ήταν κάτι περισσότερο από μια στιγμή, μια φωτογραφία της ελληνικής πολιτικής συγκυρίας.
Η άποψή μας είναι ότι ο ελληνικός Δεκέμβρης δεν ήταν μια εικόνα της στιγμής αλλά μια εικόνα από το μέλλον, που δεν αφορά μονάχα την Ελλάδα αλλά ολόκληρη την Ευρώπη. Ο ελληνικός Δεκέμβρης ήταν το προανάκρουσμα όσων θα ακολουθήσουν σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Δεν είναι τυχαίο ότι στη Σύνοδο Κορυφής του Δεκέμβρη, ο Έλληνας πρωθυπουργός τράβηξε για πρώτη φορά την προσοχή των ευρωπαίων ηγετών στις Βρυξέλλες. Όλοι έσπευσαν να τον περιστοιχίσουν και να τον ρωτήσουν τι ακριβώς συμβαίνει στην Ελλάδα. Και είχαν απόλυτο δίκιο να το κάνουν αυτό. Κι είχαν δίκιο γιατί καλά γνώριζαν ότι η εικόνα που έβλεπαν στην Ελλάδα δεν ήταν ούτε τοπική, αλλά κυρίως ούτε παροδική. Ήταν μια εικόνα από το δικό τους μέλλον!
Γνωρίζετε ότι δέκα μέρες μετά την δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, μια ομάδα ακτιβιστών, φοιτητών και μαθητών μπήκε στο χώρο της Ακρόπολης και ξεδίπλωσε δύο πανό στον Ιερό Βράχο με την λέξη «αντίσταση» γραμμένη σε αυτό σε όλες τις γλώσσες της Ευρώπης στέλνοντας το μήνυμα σε όλους τους νέους και νέες, αλλά και σε όσους και όσες σθεναρά υπερασπίζονται τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές.
Ο αγώνας της νεολαίας στην Ελλάδα τον Δεκέμβρη, εκ των πραγμάτων ακούμπησε τις καρδιές του λαού και της νεολαίας σε όλες τις γωνιές της Ευρώπης. Κι αυτό γιατί οι νέοι άνθρωποι σήμερα βιώνουν τη σκληρότερη όψη του νεοφιλελευθερισμού που τους καταδικάζει σε μισή δουλειά, μισή ασφάλιση, μισή ζωή.
Ο Δεκέμβρης της Ελλάδας προκάλεσε μεγάλες εκδηλώσεις αλληλεγγύης σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Και μπορεί να μην πέτυχε κάποια χειροπιαστή νίκη στη χώρα μου, πέτυχε όμως μια πολύ μεγάλη νίκη στη δική σας χώρα. Γιατί μπροστά στον αντίκτυπο της νεανικής εξέγερσης στην Ελλάδα, η κυβέρνηση Σαρκοζί αναγκάστηκε να πάρει πίσω τις μεταρρυθμίσεις που προωθούσε στο γαλλικό εκπαιδευτικό σύστημα.
Αυτό δεν μπορεί να έγινε μόνο επειδή κάπου μακριά σπάσανε τζάμια και βιτρίνες. Και είναι μεγάλη υποκρισία να ισχυρίζονται σήμερα οι κυβερνήσεις της Ευρώπης ότι αυτό που τους ανησυχεί είναι τα φαινόμενα βίας.
Αυτό που πραγματικά τους ανησυχεί είναι η πιθανότητα ο κόσμος να αρχίσει να βγαίνει στον δρόμο και να διεκδικεί. Και αυτός ο γενικευμένος φόβος της ελίτ της Ευρώπης μετά τον ελληνικό Δεκέμβρη, είναι για μας η πιο μεγάλη καταξίωση για όσα, με τις μικρές μας δυνάμεις και με τη στάση μας, με πίστη πάντα στις ιδέες μας και στις αξίες μας, καταφέραμε να συνεισφέρουμε.
Σας ευχαριστώ
Παρίσι, 23/3/2009