Η σαρωτική επίθεση Κυβέρνησης - Τρόϊκας. οι εκλογές, τα αποτελέσματα και η επόμενη μέρα

Η ΣΑΡΩΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ- ΤΡΟΙΚΑΣ, ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ, ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ

του ΓΙΑΝΝΗ ΔΟΥΚΑ 
Τον τελευταίο χρόνο ζήσαμε και συνεχίζουμε να ζούμε τη μεγαλύτερη επίθεση όλων των εποχών σε μισθολογικά, εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα. Η επίθεση αυτή συνοδεύτηκε από απανωτές αυξήσεις τόσο στους άμεσους φόρους με τη μείωση του αφορολόγητου ορίου όσο και στους έμμεσους με τις απανωτές αυξήσεις στο ΦΠΑ καθώς και των φόρων σε καύσιμα, ποτά και τσιγάρα. Το όλο πλέγμα είχε σαν συνέχεια μια βαθιά ύφεση, το κλείσιμο χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων και την εκτίναξη της ανεργίας στα ύψη.
Το σύστημα σίγουρα έδωσε όλες του τις δυνάμεις προκειμένου να βοηθηθεί η κυβέρνηση για να περάσει τις επιλογές αυτές. Σημαντικό ρόλο επίσης έπαιξε και ο εργοδοτικός, κυβερνητικός και κομματικός συνδικαλισμός. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις τον τελευταίο χρόνο που ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ έδειξε να ζηλεύει τη δόξα των δοτών προκατόχων άλλων εποχών του αξιώματος που αυτός κατέχει σήμερα.
Από την άλλη πλευρά η Αριστερά στο σύνολό της δεν κατάφερε να αντιταχθεί και να αντισταθεί αποτελεσματικά σ’ αυτές τις επιλογές και έχει δει μέχρι σήμερα τις μεγαλύτερες κατακτήσεις του 20ου αιώνα να χάνονται.
Κατά τη γνώμη μας για το αποτέλεσμα αυτό εκτός από τους παράγοντες που αναφέραμε παραπάνω υπάρχουν και δύο θέματα για τα οποία πρέπει να ψαχτούμε.
Το πρώτο αφορά την προβολή της εναλλακτικής πρότασης διεξόδου από την κρίση. Η θέση μας για επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, για τη μερική διαγραφή του, για την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του και για τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού από τη μια μεριά πέρασε από σαράντα κύματα μέχρι να υιοθετηθεί και από την άλλη δεν προβλήθηκε όσο θα έπρεπε. Το αποτέλεσμα ήταν να κυριαρχήσει το κυβερνητικό ιδεολόγημα περί μοναδικού δρόμου διεξόδου από την κρίση.
Το δεύτερο έχει να κάνει με τον πολυκερματισμό και τις απανωτές (αν είναι δυνατόν εν μέσω αυτής της επίθεσης) διασπάσεις.
Από τη μια μεριά είχαμε το ΚΚΕ το οποίο συνέχισε τη γνωστή και πάγια τακτική και πρακτική της  περιχαράκωσης και της ιδεολογικής καθαρότητας. Ωστόσο κατάφερε, κυρίως επειδή έδειξε συνέπεια και συνέχεια σε ότι έλεγε, να ανεβάσει τα ποσοστά του στις εκλογές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως αυτό δε λέει τίποτε γιατί είναι σαφές ότι το ζητούμενο δεν είναι τα αυξημένα ποσοστά αλλά η αποτελεσματική αντίσταση στη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα.
Από την άλλη πλευρά ο Συνασπισμός και ο ΣΥΡΙΖΑ σηκώνοντας τη σημαία της ενότητας της Αριστεράς κατάφεραν να έχουν τρία ψηφοδέλτια στη μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας. Το γεγονός αυτό από μόνο του έπαιξε καθοριστικά αρνητικό ρόλο όχι μόνο στο αποτέλεσμα των εκλογών αλλά/και στην αξιοπιστία και το κύρος μας.
Αν προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε τις αιτίες θα βρούμε ότι υπάρχουν στην ανανεωτική πτέρυγα που έφυγε από το Συνασπισμό, υπάρχουν στον Αλέκο Αλαβάνο ο οποίος, με το δικό του τρόπο, ακολούθησε την πεπατημένη των τέως προέδρων του Συνασπισμού, υπάρχουν και σε συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ. Αν όμως θέλουμε να λέμε ότι ο Συνασπισμός είναι η συντριπτική πλειοψηφία της συμμαχίας τότε θα πρέπει να δεχθούμε ότι έχει και το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για την εξέλιξη και για τη μοναχική πορεία που ακολούθησε στη μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας. Και βέβαια αυτά που γίνανε κεντρικά είχαν σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις σε όλα τα ψηφοδέλτια που υποστηρίχτηκαν από το Συνασπισμό ή το ΣΥΡΙΖΑ. Σε μια περίοδο που στενάζει όλη η κοινωνία και οι δυνάμεις του δικομματισμού βρίσκονται στα μικρότερα μεταπολιτευτικά ποσοστά τους δεν μπορεί να είμαστε ευχαριστημένοι από τα αποτελέσματα λέγοντας ότι κρατήσαμε τον κύριο όγκο των δυνάμεων και ότι πήραμε τα ποσοστά που πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές. Δεν μπορεί να είμαστε ευχαριστημένοι όταν μέσα σε τέτοιες συνθήκες χάθηκε η Καισαριανή. Και πρέπει να γίνει σαφές ότι η ευθύνη δεν βαραίνει το Τζόκα και το συνδυασμό αλλά τη γενικότερη εικόνα μας.
Ο Συνασπισμός βαρύνεται με το ότι σε μικρό χρονικό διάστημα είχαμε μια εκ δεξιών διάσπαση με την αποχώρηση της ανανεωτικής πτέρυγας, μία εξ αριστερών διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ καθώς και τις φυγόκεντρες τάσεις που δημιουργήθηκαν σε ψηφοφόρους προς την «ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α.».
Ο Συνασπισμός αντί να επιδιώξει τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση που μπορούσε να επιτευχθεί αν όχι απ’ όλες τις συνιστώσες  τουλάχιστον απ’ αυτές με τις οποίες μπορούσε να βρεθεί ένας κοινός τόπος έδειξε μια άνευ προηγουμένου επιμονή στην επιλογή Μητρόπουλου η οποία τον απομόνωσε από τις λοιπές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στην Αττική. Η επιμονή αυτή δεν συνάδει με άλλες πρακτικές, που σωστά υιοθετήθηκαν στο παρελθόν προς χάριν της ενότητας του ΣΥΡΙΖΑ, όπως το να καταλάβει τη δεύτερη θέση του Ευρωψηφοδελτίου υποψήφιος προερχόμενος από τους συμμάχους και η κάθοδος στις εθνικές εκλογές χωρίς να υπάρχει επικεφαλής.
Είναι θετικό σημάδι η διαφοροποίηση και οι αποστάσεις που κρατάει σήμερα μέρος του μπλοκ που υποστήριξε την επιλογή Μητρόπουλου. Είναι αρνητικό το ότι κάποιοι ψάχνουν για εσωτερικούς εχθρούς.
Οι εκλογές τελείωσαν. Αυτό που χρειάζεται σήμερα είναι να σκύψουμε σοβαρά και να προωθήσουμε την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αναμφίβολα το προηγούμενο διάστημα δημιουργήθηκαν τραύματα και στο Συνασπισμό και στους συμμάχους του. Ωστόσο θα πρέπει απ’ όλους να επιδιωχθεί μια υπέρβαση, να επανέλθουμε στις περιόδους που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν πεδίο συγκρούσεων, αντιπαραθέσεων, διαπραγματεύσεων και διαγκωνισμών αλλά ήταν πεδίο συντροφικής συζήτησης, συναίνεσης, συνεννόησης και συνεργασίας και οι συνιστώσες λειτουργούσαν με μια κουλτούρα που έβαζε πάνω από το εγώ το εμείς.
Και αυτό το οφείλουμε όχι μόνο στον κόσμο της Αριστεράς αλλά και σε όλη την κοινωνία η οποία δέχεται μια ολομέτωπη επίθεση από κυβέρνηση και τρόικα, δεν έχει που να ακουμπήσει και καθημερινά μεγαλώνει η απογοήτευση, μεγαλώνει η αντίληψη του δεν γίνεται τίποτε και βρίσκουν όλο και περισσότερο έδαφος οι πρεσβευτές της θεωρίας της αναποτελεσματικότητας των αγώνων.
.